«Ίσως έφταιγε κι αυτό»,σκέφτηκε,«η υπερβολική εξοικείωση με το δέρμα».Κι αν το καλοσκεφτείς είχε μια βάση αυτό.Η επαφή με το πρόσωπο.Η εξερεύνηση - αναζήτηση.Οι συνειρμοί της φροντίδας του προσώπου.Οι παραπομπές του μυαλού σε κάτι που δεν υπάρχει.Τα όργια της φαντασίας που σταματάει το ταξίδι της μέσω της επαφής καταλήγοντας στο μεγαλύτερο εγκεφαλικό οργασμό.
Κοίταξε το ρολόι του.Η περασμένη ώρα έκανε τις κινήσεις του κάπως πιο γρήγορες.Έπρεπε να προλάβει τις επαγγελματικές του υποχρεώσεις και οι σκέψεις μπροστά στου καθρέφτη του κόστισαν κάτι περισσότερο σε χρόνο από όσο περίμενε.Φόρεσε το σακάκι του,κρέμασε το δερμάτινο μαύρο χαρτοφύλακα στο δεξί του ώμο κι άρχισε να ψάχνει σα τρελός για τα κλειδιά.Δε θυμάται που τα πέταξε τη προηγούμενη νύχτα.Σήκωσε ένα ένα τα μαξιλάρια στο καναπέ.Έπειτα έριξε μια γρήγορη ματιά στο τραπεζάκι του καθιστικού,στη ραφιέρα με τα κόμικς,στη γυάλα με το ιγκουάνα,στο γραφείο...Στο γραφείο!Εκεί τα είχε αφήσει.Δίπλα από τον ανοιγμένο ηλεκτρονικό υπολογιστή.
Το μάτι του σταμάτησε στην αναμμένη οθόνη.Η σελίδα με τα mail ήταν ακόμη ανοικτή.Κοίταξε το περιεχόμενο του τελευταίου μηνύματος που είχε συντάξει.Το μυαλό του άρχισε να εκτροχιάζεται ξανά,σπάζοντας τα δεσμά της έγνοιας,αψηφώντας το περιορισμένο χρόνο,τις προσδοκίες και τις απαιτήσεις της καθημερινότητας.«Πονούσε για το χαμό της»,διάβασε...«Πονούσε για το χαμό της» ψιθύρισε.Το αναγνωρίζει.Είναι δικό του μήνυμα.Αυτός το έχει συντάξει ,ναι.Και το κενό στη θέση του «παραλήπτη» ήταν συμπληρωμένο με το όνομά της.Μα γιατί δε το 'στειλε ποτέ;
Τη φαντάστηκε να το διαβάζει και να χαμογελά κι αμέσως να στέλνει απάντηση,πως όλα ήταν μια πλάκα,μια πλάκα που κράτησε λίγο παραπάνω όμως.Πως πάντα τον είχε στο μυαλό της σα και τότε.Σαν έναν αγαπημένο φίλο.Σα το άλλο της «μισό» η σα το άλλο της «ολόκληρο».«Μισοί άνθρωποι δεν υπάρχουν»,του χε πει τότε,«μόνο μισές προσδοκίες,μισά παραμύθια και μισές ελπίδες».Χαμογέλασε κι αυτός.
Τη φαντάστηκε βλέποντας τη διεύθυνση του αποστολέα να μη το διαβάζει καν.Την είδε σχεδόν εκεί μπροστά του να πατάει εκνευρισμένη το delete στο μαύρο της πληκτρολόγιο.Ένιωσε πάλι εκείνο το σφίξιμο στο στήθος.Καλύτερα να μη μάθει η και όχι.Το πόδι του έπαιζε νευρικά χτυπώντας σε ασύμμετρο ρυθμό το χαλί στο πάτωμα.Έπρεπε να πάρει μια απόφαση κι έπρεπε τώρα.Έκλεισε τα μάτια κρατώντας στη μνήμη του τα δυο εικονίδια του mail.«Αποστολή» και «κάδος ανακύκλωσης»
«Αποστολή!» είπε κι έδωσε την εντολή πατώντας το πιο ηρωικό «enter» ever...
«Enter»,είπε «δε γαμιέται!;»...
2 σχόλια:
Φτιαχνεις εικονες ρε αλητη....
δεν το λες κ αδέξιο
Δημοσίευση σχολίου